του Γιώργου Πισσαλίδη
Μαθήματα εθνικισμού σε αριστερούς έρχεται να δώσει το τελευταίο βιβλίο του Γιάννη Κολοβού, «Εθνικός Κομμουνισμός και Εθνικομπολσεβικισμός» (Εκδόσεις «Πελασγός»).
Ένα βιβλίο που εκδόθηκε λίγες μέρες μετά την αντίστοιχη εργασία του Κιτσίκη, αλλά που είναι πιο ολοκληρωμένη επιστημονικά.
Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της Ελληνικής Αριστεράς είναι ότι θεωρεί το έθνος, την εθνική ταυτότητα και συνείδηση ως δευτερεύοντες η επίπλαστους παράγοντες σε σχέση με τους οικονομικο-κοινωνικούς. Αυτό την οδηγεί σε κορυφαία λάθη τόσο στην ανάγνωση, όσο και στις λύσεις που δίνει σε κοινωνικά και πολιτικά θέματα. Θεωρεί μάλιστα ότι η ευημερία και επίλυση του οικονομικού θέματος θα κάνουν τους ανθρώπους να ξεπεράσουν τις εθνικές, θρησκευτικές και πολιτιστικές διαφορές και εντάσεις. Αυτό την κάνει να υποστηρίζει ύποπτα νεφελώματα, όπως ο πολυπολιτισμική κοινωνία.
Aυτές τις επικίνδυνες ψευδαισθήσεις, έρχεται να διαλύσει το βιβλίο του Γιάννη Κολοβού βασισμένο σε στοιχεία από πανεπιστημιακούς καθηγητές και σοβιετολόγους, αλλά κυρίως στην πορεία του ίδιου του Κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη και τον Τρίτο Κόσμο.
Το βιβλίο αποτελείται από δύο μονογραφίες («Εθνικός Κομμουνισμός και Εθνικός Μπολσεβικισμός» και «Ο παράγων «Εθνότητες» και η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης») και αποδεικνύουν την αμηχανία των κομμουνιστών απέναντι στην ιδέα του Έθνους, από την επομένη μάλιστα της Οκτωβριανής Επανάστασης.
Αυτό συνέβη γιατί οι Μαρξ και Ένγκελς θεωρώντας ότι η προλεταριακή επανάσταση θα ξεσπάσει παντού, δεν θα χρειαζόταν κράτη και σύνορα. Έτσι οι θεωρητικοί του ιστορικού υλισμού δεν είχαν προβλέψει πως θα ήταν το κομμουνιστικό κράτος. Αυτό το λάθος το συνειδητοποίησε ο Λένιν, όταν αναγκάσθηκε να δημιουργήσει την ΕΣΣΔ. Συνειδητοποίησε επίσης ότι ο πατριωτισμός και οι παραδοσιακές αξίες βοηθούν την ενίσχυση της εξουσίας και της γεωπολιτικής ισχύος της χώρας, ενώ ο διεθνισμός ουδέποτε έγινε αποδεκτός από τους αγρότες, που αποτελούσαν την πλειοψηφία του αχανούς κράτους. Έτσι έβαλε πρώτος τα θεμέλια του εθνικού κομμουνισμού.
«Μπορεί να είναι ο κομμουνισμός να είναι εθνικός;» μπορεί να αναρωτηθούν οι αναγνώστες μας. Και όμως ήταν ο Στάλιν, που μίλησε για «σοσιαλισμό σε μία χώρα», προσαρμόζοντας τον διεθνισμό στις εθνικές παραδόσεις του Ρώσικου λαού (ειδικά την εποχή του Πατριωτικού Πολέμου) και μετέτρεψε την Κομμουνιστική Διεθνή σε έκφραση του Σοβιετικού πατριωτισμού και όργανο της Σοβιετικής ηγεμονίας.
Όταν οι κομμουνιστές ηγέτες θέλησαν να ξεφύγουν από τον σοβιετικό ιμπεριαλισμό και την ιδεολογική ορθοδοξία, ήταν στις παραδόσεις των λαών τους που στράφηκαν. Έτσι γεννήθηκε ο εθνικός κομμουνισμός με τους Τίτο, Κάστρο και Μάο. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του μελετητή Ουίλλιαμ Χάγκεν: «Ο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο βαλκανικός κομμουνισμός υπήρξε εθνικιστικός παρόλη την διεθνιστική του φρασεολογία».
Όπως και η απάντηση του Γιαρουζέλσκι στην ερώτηση αν είναι πρώτα πατριώτης και μετά κομμουνιστής. «Φυσικά και είμαι πρώτα πατριώτης. Όφειλα να είμαι ρεαλιστής και να υπηρετήσω την πατρίδα μου ακόμα και κάτω από αυτό το νέο καθεστώς ... σκεφτόμενος ότι οφείλω να υπηρετώ την Πολωνία σε ένα ρεαλιστικό πλαίσιο».
Δηλώσεις που θα παραξενέψουν τους πατριώτες, αλλά και που απαντούν στην επί δεκαετίες προδοτική στάση του ΚΚΕ.
Αντίθετα ο εθνικός σταλινισμός του Τσαουσέσκου συνδύαζε εθνικιστικές τάσεις και αυστηρή κομμουνιστική ορθοδοξία. Γράφει σχετικά ο Βλαντιμήρ Τσισμεάνου: «Η ρητορική του ήταν ακλόνητα σωβινιστική, αντι-Ουγγρική, με εμμονή στην ανάγκη να εδραιωθεί μία τελείως ομοιογενής εθνική κοινότητα».
Μάλιστα επισημαίνει και «ξενοφοβικά ξεσπάσματα του conducator, την εκ μέρους του ρομαντικοποίηση του αρχαϊκού παρελθόντος της χώρας, την παθιασμένη ταύτιση με μυθολογικούς Θράκες-Δάκες ηγέτες και εξουσιομανείς φεουδάρχες πρίγκιπες, την γοητεία με τον οργανικό συντεχνιασμό και την παλινόρθωση συμβόλων τόσο μιλιταριστικών, όσο και λαϊκών (volkish). Το αν ήταν πραγματικός Ρουμάνος εθνικιστής η παλαιομοδίτης καιροσκόπος μένει να μελετηθεί».
Ενδιαφέρουσα είναι η ανάλυση περί εθνικομπολσεβικισμού, που αποτελεί κράμα του παραδοσιακού Ρωσικού εθνικισμού και μπολσεβικισμού, θυμίζοντας την μεγάλη τσαρική ισχύ και τις ρωσοκεντρικές παραδόσεις. Και ενώ αυτή πατριωτική ιδεολογία στην δεκαετία του ’30, θεωρείτο ότι ανήκε στον κομμουνισμό, σήμερα υπό την ηγεσία των Ντούγκιν και Λιμόνωφ είναι μέρος του επαναστατικού εθνικισμού.
Χαρακτηρίζεται δε, από «λατρεία του Ρωσικού λαού στα όρια του ρατσισμού, λατρεία του ηρωισμού και της στρατιωτικής πειθαρχίας και άσβεστο μίσος κατά της Δύσης και των Εβραίων» (Τζων Ντάνλοπ).
Πάντως ο συγγραφέας του βιβλίου φαίνεται να συμφωνεί με την άποψη που δεν θεωρεί ως εθνικομπολσεβίκους, εθνικοεπαναστάτες όπως ο Ερνστ Γιούνγκερ και «αριστερούς» εθνικοσοσιαλιστές, όπως ο Όττο Στράσερ, καθότι δεν ενδιαφέρονταν για εγκαθίδρυση του κομμουνισμού.
Η μονογραφία «Ο παράγων «εθνότητες» και η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης» είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα, καταδεικνύοντας την αμφισημία των Σοβιετικών απέναντι στις διάφορες εθνότητες. Έτσι από το δικαίωμα των διαφόρων Δημοκρατιών για αυτοδιάθεση που υποστήριζε αρχικά ο Λένιν, σύντομα πέρασε στην απαγόρευση της αυτοδιάθεσης και την ομοσπονδιακή λύση. Αυτή όμως η ομοσπονδιακή λύση (η αφομοίωση) δεν επιτεύχθηκε ούτε με την ρωσοποίηση, μέσω της επιβολής της ρωσικής γλώσσας ως κυρίαρχης, ούτε με την τόνωση εθνικών παραδόσεων και την πολιτική «θετικών διακρίσεων».
Η μονογραφία «Ο παράγων «εθνότητες» και η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης» είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα, καταδεικνύοντας την αμφισημία των Σοβιετικών απέναντι στις διάφορες εθνότητες. Έτσι από το δικαίωμα των διαφόρων Δημοκρατιών για αυτοδιάθεση που υποστήριζε αρχικά ο Λένιν, σύντομα πέρασε στην απαγόρευση της αυτοδιάθεσης και την ομοσπονδιακή λύση. Αυτή όμως η ομοσπονδιακή λύση (η αφομοίωση) δεν επιτεύχθηκε ούτε με την ρωσοποίηση, μέσω της επιβολής της ρωσικής γλώσσας ως κυρίαρχης, ούτε με την τόνωση εθνικών παραδόσεων και την πολιτική «θετικών διακρίσεων».
Aντίθετα, μαζί με τις πολιτιστικές διαφορές (ιδίως την θρησκεία) και την γενοκτονία ολόκληρων εθνικών ομάδων (Ουκρανία 1932-1933), αυτά τα μέτρα ώθησαν τις μειονότητες σε περιχαράκωση στην εθνική ταυτότητα και σε εθνικιστικά κινήματα ανεξαρτησίας.
Mάλιστα για πολλούς μελετητές είναι ο εθνικισμός και όχι η δημοκρατία που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην διάλυση της ΕΣΣΔ. Με άλλα λόγια, μόλις βρέθηκε η ευκαιρία, οι διάφοροι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης ζήτησαν εθνικά κράτη για τους εαυτούς τους.
Oμως όλα αυτά δεν δείχνει να τα κατανοεί η αριστερή πολιτική και διανόηση στην Ελλάδα. Έτσι συνεχίζουν να μιλούν για «εθνικιστικά και φοβικά παραληρήματα του ΚΚΕ» και να κάνουν κηρύγματα υπέρ της πολυπολιτισμικότητας. Και αυτό παρόλο που ο Μαρξ είχε γράψει ότι «σκοπός της εισαγωγής ξένων εργατών είναι η διατήρηση της δουλείας».
Όμως το βιβλίο του Κολοβού αποδεικνύει μεταφέροντας τα διδάγματα από την πολυεθνική Σοβιετική Ένωση στην πολυπολιτισμική Ελλάδα του σήμερα, ότι ούτε η οικονομική ευημερία, ούτε η πολιτική των «θετικών διακρίσεων» θα αποτρέψουν τους εθνικούς, πολιτιστικούς και θρησκευτικούς ανταγωνισμούς ανάμεσα σε Έλληνες και λαθρομετανάστες.
Το μόνο που θα καταφέρουν είναι να κάνουν τους Έλληνες, όπως έγινε και με τους Ρώσους, να νοιώθουν ότι χάνουν την προνομιακή θέση τους ως κυρίαρχη εθνότητα μέσα στην ίδια τους την πατρίδα.
Συντομευμένη έκδοση του άρθρου δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 15ης Ιανουαρίου 2011 της εφημερίδας Ελεύθερος Κόσμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου