του Povl Heinrich Riis-Knudsen
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια είναι ευρύτατα διαδεδομένο ότι οι Εθνικοσοσιαλιστές είναι ακροδεξιοί, και μόνο σπανιότατα έχουν οι ίδιοι αρνηθεί το χαρακτηρισμό αυτό. Αλλά κάποτε έγινε επίσημη πολιτική της W.U.N.S. (Διεθνής Ένωση Εθνικοσοσιαλιστών) να αποφεύγεται ο όρος «ακροδεξιός» με το αιτιολογικό πως ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν χωρεί στα παραδοσιακά καλούπια της «δεξιάς» και της «αριστεράς» και ότι θα έπρεπε να βρίσκεται πάνω από αυτό το διαχωρισμό. Αυτό ήταν σίγουρα ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά την ώρα αυτή και με δεδομένη τη σημερινή μορφή του αγώνα, θα ήταν καλή σκέψη να επανεξετάσουμε το όλο ζήτημα των πολιτικών διαχωρισμών και να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα σημεία που αφορούν την έννοια των όρων «αριστερά» και «δεξιά» και την εφαρμογή τους στη σημερινή πολιτική σκηνή.
Ιστορικά, οι όροι «δεξιά» και «αριστερά», σε συσχετισμό με πολιτικές θέσεις, πρωτοβρίσκονται στην προ-επαναστατική Γαλλία, όπου αυτοί που ήθελαν να διατηρήσουν το κυβερνητικό σύστημα όπως ήταν, καθόντουσαν στα δεξιά στην Εθνοσυνελεύση, ενώ αυτοί που επιθυμούσαν ριζικές αλλαγές, καθόντουσαν στα αριστερά. Από εδώ προέρχονται και οι όροι «δεξιοί» για τους συντηρητικούς και «αριστεροί» για τους επαναστάτες -όροι που από τότε είναι γνωστοί και χρησιμοποιούνται παγκοσμίως.
Πάντως, ούτε η λέξη «συντηρητικός», ούτε η λέξη «επαναστατικός» λέει τίποτα για τις συγκεκριμένες απόψεις υπό εξέταση.
Είναι και οι δύο σχετικές και παίρνουν συγκεκριμένο νόημα μόνο μέσα σε ένα δεδομένο ιστορικό πλαίσιο. Οι επαναστάτες των περασμένων εποχών, όπως για παράδειγμα, οι Ευρωπαίοι Φιλελεύθεροι του 19ου αιώνα δε φαίνονται και πολύ επαναστατικοί σήμερα - μάλλον το αντίθετο μοιάζουν! Και οι σημερινοί αντιδραστικοί θα θεωρούνταν πολύ επαναστατικοί 200 χρόνια πριν. Όταν οι κομμουνιστές πήραν την εξουσία στη Ρωσία το 1917 το έκαναν σαν επαναστάτες για να ανατρέψουν ένα ανίκανο και διεφθαρμένο καθεστώς, ενώ σήμερα αντιπροσωπεύουν το συντηρητικό κατεστημένο που αντιμετωπίζει μια νέα επαναστατική πρόκληση.
Στην εποχή μας η παραδοσιακή αριστερά είναι κατά κύριο λόγο Μαρξιστική – μερικές φορές σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε ο ίδιος ο όρος «αριστερά» να νομίζεται συνώνυμος με τον όρο «Μαρξιστική». Αυτό φυσικά, δεν έχει πραγματική βάση. Κάθε επαναστάτης είναι αριστερός μόνο που οι Μαρξιστές είχαν τόσο λίγο ανταγωνισμό που μπόρεσαν να αλλάξουν το νόημα του όρου κατά τα συμφέροντά τους.
Στην άλλη άκρη του φάσματος έχουμε την δεξιά, η οποία αποτελείται από συντηρητικούς που θέλουν να διατηρήσουν τη σημερινή κοινωνία και τον λεγόμενο Χριστιανικό πολιτισμό της Δύσης με τον υλισμό και τον καπιταλισμό του. Οι δεξιοί υπερασπίζονται παραδοσιακές αξίες: είναι καλοί χριστιανοί και καλοί πολίτες που υπερασπίζονται το Σύνταγμα και είναι πιστοί στο κράτος και στον νομάρχη τους, αν έχουν.
Είναι διατεθειμένοι να πολεμήσουν εναντίον ενός άλλου έθνους αν αυτό σημαίνει πυρηνικό πόλεμο εναντίον μιας άλλης Λευκής χώρας αν νομίζουν ότι το σύστημα διακυβερνήσεώς της απειλεί την δικιά τους τάξη πραγμάτων, αδιάφορο για το πόσο διεφθαρμένη και παρηκμασμένη μπορεί να είναι αυτή.
Υποστηρίζουν μια οικονομία βασισμένη πάνω στην ανεμπόδιστη ελεύθερη επιχείρηση, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, αλλά δυσπιστούν προς τη Φιλελεύθερη τάση στην πολιτική και στο θέμα της μετανάστευσης και της φυλετικής ενοποίησης, επειδή φοβούνται τις αλλαγές που θα μπορούσαν να γίνουν στην τάξη στην οποία είναι συνηθισμένοι.
Το που βρίσκονται οι Εθνικοσοσιαλιστές σε αυτό το φάσμα είναι αρκετά καθαρό: Είμαστε Αριστεροί -μην έχετε καμία αμφιβολία γι αυτό!
Εμείς δε θέλουμε να διατηρήσουμε το σημερινό σύστημα, ούτε ολόκληρο, ούτε κανένα μέρος του. Εμείς δεν πιστεύουμε στις θεμελιακές αρχές ενός συστήματος που οδήγησε το λαό μας στην κακομοιριά των σημερινών καιρών! Εμείς δεν θέλουμε να υποστηρίξουμε ένα κατεστημένο υπεύθυνο για δύο παγκοσμίους πολέμους μεταξύ Λευκών εθνών και για αμέτρητους μικρότερους πολέμους, για τους πυρηνικούς εξοπλισμούς, για τη ρύπανση του περιβάλλοντος, για την ανεργία, για την πλήρη απογοήτευση των νέων που χάνουν κάθε πίστη στο μέλλον, για τα ναρκωτικά, για την πορνογραφία και για όλες τις άλλες μορφές της πλήρους παρακμής που βλέπουμε σήμερα. Εμείς οι Εθνικοσοσιαλιστές θέλουμε την ριζική αλλαγή: θέλουμε την πλήρη ανατροπή της Παλαιάς Τάξης!
Τη στιγμή που ο Μαρξισμός μοιράζεται μια βασική ισοπεδωτική φιλοσοφία με την Παλαιά Τάξη και αυτοπροσδιορίζεται ως ένα υλιστικό κίνημα που σκοπεύει απλώς στην ανακατανομή των υλικών αγαθών, ο Εθνικοσοσιαλισμός ζητά να οικοδομήσει μία τελείως Νέα Τάξη, βασισμένη στον Ιδεαλισμό και στον βαθύ σεβασμό των νόμων της φύσης σε όλες τις πλευρές της Ζωής.
Αυτό είναι, αναμφισβήτητα η πλέον επαναστατική ιδέα αυτού του αιώνα - και κατά συνέπεια πάρα πολύ αριστερή -και σίγουρα δεν είναι Μαρξιστική! Συγκρινόμενος με τον Εθνικοσοσιαλισμό, ο Μαρξισμός δεν είναι τίποτα άλλο από μια ψευδο-επαναστατική ιδέα που εφευρέθηκε από το Χριστιανισμό και υποστηρίχθηκε από τη Φιλελεύθερη Δημοκρατία: αν όλοι οι άνθρωποι δημιουργούνται ίσοι, γιατί να μην διανεμηθεί ίσα ο πλούτος σε όλους τους ανθρώπους; Ιδωμένος κάτω από αυτό το πρίσμα, ο Μαρξισμός είναι απλώς ένα μέρος της Παλαιάς Τάξης που θέλουμε να καταστρέψουμε.
Αν ο Εθνικοσοσιαλισμός είναι, στην ουσία του, ένα αριστερό κίνημα, είναι βεβαίως παράδοξο το ότι οι Εθνικοσοσιαλιστές κατανάλωσαν τόσο πολύ χρόνο και προσπάθεια για να τηρήσουν παραδοσιακά δεξιά στάση, ενώ αρνήθηκαν κάθε άνοιγμα προς τα αριστερά. Είναι λοιπόν περίεργο πως όλες οι προσπάθειες για τη δημιουργία ενός Εθνικοσοσιαλιστικού κινήματος πάνω σε τέτοια βάση, υπήρξαν τελείως αποτυχημένες;
Η πρώτη προϋπόθεση για να δημιουργήσει κανείς οτιδήποτε σε αυτό τον κόσμο είναι να έχει ξεκάθαρη ιδέα του τι θέλει να δημιουργήσει και του πως θα μπορούσε να το επιτύχει. Ένας γλύπτης που θέλει να δημιουργήσει ένα καλλιτέχνημα, αρχίζει με μια διανοητική σύλληψη και μετά αρχίζει να την υλοποιεί πάνω στο υλικό που επέλεξε. Δεν χτυπά από δω κι από κει με τη σμίλη του ένα κομμάτι μάρμαρο, αναρωτούμενος τι θα βγει.
Έτσι, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι απλώς μια μορφή της άκρας δεξιάς. Οποιοσδήποτε μέσα στις γραμμές μας που έχει αυτή την εντύπωση, πρέπει να αφοσιωθεί πάνω στη μελέτη της Ιδέας του Εθνικοσοσιαλισμού για να ανακαλύψει την πραγματική έννοια και τη σημασία του - ή, αν δεν έχει τη διάθεση ή την ικανότητα να το κάνει, να βρει άλλη διέξοδο για τις δραστηριότητές του. Αυτό το κίνημα δεν έχει χώρο για απογοητευμένους μισητές των πάντων ή για θρησκευτικά ονειροπαρμένους, αλλά μόνο για αφοσιωμένους Εθνικοσοσιαλιστές επαναστάτες!
Ας αντιμετωπίσουμε τα πράγματα ρεαλιστικά: η δεξιά πτέρυγα είναι τις περισσότερες φορές ένα αξιοθρήνητο συνοθύλευμα ανθρώπων με πολύ ασαφείς ιδέες.
Αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά, αλλά αρνούνται να εγκαταλείψουν την Παλαιά Τάξη. Αντίθετα, αγκιστρώνονται σε αυτήν με όλη τους τη δύναμη και θέλουν να επαναφέρουν καταστάσεις που υπήρξαν πριν 75 ή 100 χρόνια, νομίζοντας ότι αυτό θα λύσει όλα τους τα προβλήματα. Αλλά δεν μπορούν να δουν ότι το τέλμα, μέσα στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα, είναι μια λογική συνέπεια του συστήματος που είχαμε πριν 100 χρόνια - ότι τα θεμέλια του συστήματος δεν είναι αρκετά σταθερά για να μας προφυλάξουν από τη σημερινή του εξέλιξη. Η αρχή των περισσότερων από τα προβλήματά μας βρίσκεται σε αυτήν ακριβώς τη Χριστιανική ιδέα, της οποίας η ισοπεδωτική φιλοσοφία και τα ξένα και αντιφυσικά κηρύγματα έκλεψαν την ψυχή του λαού μας, αλλά που εξακολουθούν να τη διαφημίζουν σαν την ασπίδα ενάντια στην κατάπτωση που βλέπουν ολόγυρά τους. Όταν όλες οι μάταιες προσπάθειές τους να σταματήσουν την πορεία των γεγονότων αποτυγχάνουν, απογοητεύονται και γίνονται μισητές των πάντων, επειδή δεν έχουν ούτε σαφή εικόνα του σκοπού τους, ούτε ιδεολογία.
Είναι γεγονός πως ποτέ τίποτα καλό δεν ήρθε από τη δεξιά. Αν δεν υπήρχαν επαναστάτες όπως ο Κοπέρνικος, ο Κέπλερ, ο Τζορντάνο Μπρούνο και ο Γαλιλαίος, ακόμα θα πιστεύαμε ότι η γη είναι επίπεδη και το κέντρο του σύμπαντος.
Όταν ο καπιταλισμός ανδρώθηκε, το κατεστημένο δεν έκανε καμία προσπάθεια να λύσει τα κοινωνικά προβλήματα που προέκυψαν από τη Βιομηχανική Επανάσταση, αλλά άρχισε να εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη χωρίς οίκτο - δίνοντας έτσι στήριγμα στις επαναστατικές σκέψεις που εκφράζει η Μαρξιστική ιδεολογία, και όλες οι απαραίτητες και δίκαιες βελτιώσεις των κοινωνικών συνθηκών που είδαμε τα τελευταία 100 χρόνια, υλοποιήθηκαν μόνο ύστερα από σκληρή πίεση από την Αριστερά, με τους δεξιούς συντηρητικούς σε διαρκή υποχώρηση, αξιολύπητους καθώς προσπαθούσαν να περισώσουν για τους εαυτούς τους όσα περισσότερα ήταν δυνατόν.
Αυτά, φυσικά, δε σημαίνουν ότι κάθε προσπάθεια ανατροπής ενός κατεστημένου συστήματος είναι, αυτή καθεαυτή, καλή. Αν ο άνθρωπος κατορθώσει να δημιουργήσει μια νέα φυσική τάξη που δε θα απολιθώνεται αλλά θα παραμένει ένας ζωντανός οργανισμός αναπτυσσόμενος μέσα στα πλαίσια του φυσικού νόμου, υιοθετώντας νέες επιστημονικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις μέσα στη φύση της ζωής, χωρίς να προσκολλάται σε ξεπερασμένες έννοιες, τότε θα ήταν πραγματικά εγκληματικό να προσπαθήσει κάποιος αυτή την τάξη και να ξαναγυρίσει στον εγωιστικό υλισμό, στον Χριστιανισμό ή σε κάποια άλλη αφύσικη φιλοσοφία.
Τι είναι καλό και τι κακό μπορούμε να το κρίνουμε μόνο με βάση τον φυσικό νόμο – όσο πιο κοντά βρισκόμαστε σε αυτόν, τόσο το καλύτερο.
Είναι σχεδόν καθολικά παραδεκτό ότι υπάρχει χάσμα μεταξύ του Εθνικοσοσιαλισμού και του Μαρξισμού. Με την ίδια λογική όμως, οι Εθνικοσοσιαλιστές σίγουρα δεν είναι ούτε δεξιοί. Το μόνο κοινό σημείο που φαίνεται να έχει ο Εθνικοσοσιαλισμός με τη δεξιά είναι το φυλετικό ζήτημα.
Οι δεξιοί πιστεύουν ότι το να είναι κανείς Λευκός είναι μια αξία αυτή καθεαυτή, η οποία ανυψώνει την Άρια Φυλή πάνω από κάθε ζωντανό οργανισμό και της δίνει το δικαίωμα να κάνει τον κόσμο ότι θέλει.
Εμείς όμως, σαν Εθνικοσοσιαλιστές, δεν μας απασχολεί μόνο η ζωή και η άμεση ευημερία της Φυλής μας. Βλέπουμε τη Λευκή Φυλή σαν μέρος της όλης φυσικής τάξης του σύμπαντος και η επιθυμία μας για τη διατήρησή της, συνδέεται με την επιθυμία μας να διατηρήσουμε όλο το φυσικό περιβάλλον -συμπεριλαμβανομένων και των άλλων ανθρώπινων φυλών -επιθυμία που πηγάζει από βαθύ σεβασμό στην ανεξιχνίαστη σοφία της Φύσης.
Αναμφίβολα, η Φυλή μας έχει τεράστιες δυνατότητες όσον αφορά τη διανοητική της δύναμη, αλλά οι ικανότητές τις δεν έχουν καμία αξία από μόνες τους, αν δεν χρησιμοποιηθούν σωστά και σύμφωνα με τους νόμους της Φύσης. Για πολύ καιρό έχουμε ενωθεί μ’αυτούς που φωνάζουν White Power, και αγνοήσαμε το γεγονός πως η Φυλή μας είχε την απόλυτη δύναμη για τουλάχιστον 2000 χρόνια. Και είναι ακριβώς αυτή η δύναμη που μας οδήγησε στην κοινωνία που έχουμε σήμερα.
Έτσι, δεν μοιραζόμαστε με τη δεξιά την άποψή της, της συνεχούς τεχνολογικής και οικονομικής επέκτασης, η οποία ήδη μας οδήγησε στη ρύπανση του αέρα και του νερού και έκανε τεράστιες περιοχές του κόσμου ακατάλληλες για την επιβίωση οποιουδήποτε είδους -μια ανάπτυξη που σημαίνει ότι το στρώμα του όζοντος της ατμόσφαιρας καταστρέφεται συστηματικά και ότι οι επόμενες γενεές θα εκτίθενται σε φονική ακτινοβολία, ότι τα τροπικά δάση που μας παρείχαν οξυγόνο κόβονται για να αφήσουν χώρο για τη βιομηχανική ανάπτυξη, και ότι έρημες εκτάσεις αρδεύονται, κατεβάζοντας τη στάθμη των υπόγειων νερών σε εύφορες περιοχές, οι οποίες με τη σειρά τους γίνονται έρημοι. Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα της Άριας μεγαλοφυΐας, χωρίς την οποία δε θα υπήρχαν - μια μεγαλοφυΐα η οποία δεν έχει χρησιμοποιηθεί για να οικοδομηθεί ένας καλύτερος κόσμος για τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, αλλά μόνο για να εξασφαλίσει μια ευχάριστη ζωή τώρα, χωρίς σκέψη για το μέλλον.
Αυτή η μοιραία τάση, η οποία βάσει του φυσικού νόμου, έχει σίγουρα μετατρέψει τις βιομηχανοποιημένες Λευκές χώρες της Δύσης σε πολύ πιο παρηκμασμένες κοινωνίες από κάθε πρωτόγονη κοινωνία του Τρίτου Κόσμου, υποστηρίζεται με πάθος από τη δεξιά η οποία φαίνεται να πιστεύει ότι όλα θα ήταν πολύ ωραία αν μόνο διώχναμε τους Μαύρους, τους Εβραίους, και τους πρόσφυγες από τη ΝΑ Ασία. Ξέρουμε ότι αυτή η πράξη, από μόνη της, δε θα άλλαζε τίποτα.
Ο στόχος μας είναι μια πλήρης πνευματική αναγέννηση, και ο άμεσος σκοπός μας είναι να προσδιορίσουμε και να χτίσουμε τα θεμέλια γι αυτή την αναγέννηση -αυτό είναι και το μόνο πράγμα που μπορεί να δώσει νόημα στο φυλετικό αγώνα. Και αυτός ο αγώνας δε θα έπρεπε να γίνεται αντιληπτός σαν αγώνας εναντίον των άλλων φυλών, αλλά σαν ένας αμείλικτος πόλεμος εναντίον της κατάπτωσης της δικής μας Φυλής.
Η απομονωμένη έκκληση στη Φυλή ως βάση μιας νέας κοινωνίας είναι στερημένη από κάθε νόημα, εκτός και αν μπορέσουμε να ξεπεράσουμε αυτή την κατάπτωση και να βρούμε το δρόμο της επιστροφής στις φυσικές αξίες.
Αν η Φυλή μας μπορεί να επιζήσει μόνο μέσα στα πλαίσια του σημερινού συστήματος, δεν θέλουμε να επιζήσει, γιατί τότε δεν θα αντιπροσώπευε παρά τον πιο τεράστιο αντιφυσικό εκφυλισμό.
Η επίκληση της «Λευκής Δύναμης» μπορεί να πάρει κάποιο νόημα μόνο αν, με αυτήν, εννοούμε την επιθυμία να ενεργοποιήσουμε ξανά τη δύναμη της Φύσης που βρίσκεται λανθάνουσα στη μεγαλοφυΐα του Λευκού Ανθρώπου, του οποίου καθήκον είναι να χρησιμοποιεί τη δύναμη αυτή για να διατηρήσει την αρχή της ζωής.
Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι είμαστε υπέρ οποιασδήποτε μορφής πολυφυλετισμού. Η Φυλή είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της φυσικής τάξης, και πρέπει να προστατεύεται όπως και οι υπόλοιπες φυσικές αρχές. Δε σημαίνει όμως ότι το λευκό χρώμα του δέρματος κάποιου είναι απαραίτητα εγγύηση ανθρώπινης ποιότητας. Η Λευκή Φυλή άφησε τον κόσμο να γλιστρήσει στον κόσμο της καταστροφής, και αν δε γίνει τελικά δυνατό να αντιληφθεί ότι η ποιότητα ζωής μπορεί να βελτιωθεί αντικαθιστώντας την κοινωνία του υλιστή καταναλωτή - η οποία είναι ο υπέρτατος στόχος και του Μαρξισμού και του Φιλελευθερισμού - με φυσικές και πνευματικές αξίες, τότε θα είναι καταδικασμένη και θα καταστρέψει ολόκληρο τον πλανήτη κατά τη διαδικασία της απόλυτης πτώσης της.
Φυσικά, οι Εθνικοσοσιαλιστές δεν ισχυριζόμαστε ότι θα έπρεπε να ξαναζήσουμε στα σπήλαια της Λίθινης Εποχής, όμως νομίζουμε ότι δεν θα έπρεπε να παίρνουμε από τη Φύση περισσότερα απ ότι μπορούμε να της δώσουμε πίσω. Η ποιότητα ζωής θα έπρεπε να σημαίνει για μας κάτι περισσότερο από την ποιότητα των υλικών αγαθών.
Στην αποθαρρυμένη κοινωνία του σήμερα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι το αντιλαμβάνονται αυτό και, ακόμα, διαμαρτύρονται εναντίον της επικρατούσας τάξης πραγμάτων. Το ότι δεν γίνονται Εθνικοσοσιαλιστές, όμως, οφείλεται σε έναν απλό λόγο: αγνοούν ότι ο Εθνικοσοσιαλισμός - και μόνον ο Εθνικοσοσιαλισμός! - μπορεί να λύσει τα κρίσιμα προβλήματα του σήμερα. Έτσι αφήνουν τα κινήματα διαμαρτυρίας τους να καπελώνονται από τους Μαρξιστές, οι οποίοι είναι καλύτεροι από μας στο να πουλάν το προϊόν τους, παρ' όλο που καμία Μαρξιστική κυβέρνηση δεν έκανε ποτέ την παραμικρή προσπάθεια να ασχοληθεί με αυτά τα προβλήματα - απλώς και μόνο επειδή η ίδια η έννοια του Μαρξισμού είναι υλιστική και με κανένα τρόπο δεν ασχολείται με φυσικές αξίες. Οι Μαρξιστές το μόνο που κάνουν είναι να χρησιμοποιούν τη λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στο κατεστημένο για να προωθούν τον Μαρξισμό. Οι ίδιοι οι δυσαρεστημένοι στην αρχή δεν είναι όλοι Μαρξιστές.
Ενώ οι Εθνικοσοσιαλιστές κοπιάζουν για να κερδίσουν μικρές περιθωριακές ομάδες παραδοσιακών δεξιών φορτωμένων με όλα τα πολιτικά και θρησκευτικά τους απωθημένα, τη φοβερή τους μεγαλομανία και την έλλειψη αφοσίωσής τους σε ένα σκοπό -αποτέλεσμα της συνεχούς αμυντικής στάσης τους στην προσπάθειά τους να περισώσουν ότι πρέπει να υποχωρήσει -οι Μαρξιστές εξασφαλίζουν ένα προγεφύρωμα στους ανήσυχους πολίτες που αρνούνται τον χωρίς όρια υλισμό λόγω μιας ιδεαλιστικής φροντίδας για το μέλλον του πλανήτη μας. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία, αυτοί οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται ότι η διατήρηση της φυσικής τάξης απαιτεί πολύ πιο μεγαλόπνοα μέτρα από τον έλεγχο της ρύπανσης και την κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας και της ατομικής βόμβας. Δεν βλέπουν ότι απαιτεί επίσης φυλετικό διαχωρισμό και μια γενική πνευματική αναγέννηση που μπορεί να οδηγήσει τον Άνθρωπο πίσω στις πηγές της Ζωής. Μπορούν όμως να τα μάθουν αυτά -η μάλλον, δεν μπορούν παρά να διαπιστώσουν - αν τους δοθούν οι αναγκαίες πληροφορίες και αντιλήψεις και αν δεν αφεθούν εκτεθειμένοι στην αποκλειστική επιρροή των Μαρξιστικών διδασκαλιών. Αυτοί οι άνθρωποι είναι ιδεαλιστές και υπερασπίζονται τη Φύση, και έτσι πραγματικά ανήκουν σε μας -και γενικά είναι πολύ πιο άξιοι σαν μαχητές από πολλούς αποπροσανατολισμένους νέους που αυτοαποκαλούνται Εθνικοσοσιαλιστές προσπαθώντας να ενισχύσουν το εγώ τους και να κρύψουν την ανασφάλεια και τα προσωπικά τους προβλήματα πίσω από μια στολή και αστείους βαθμούς και τίτλους. Αλλά οι περιβαλλοντιστές δεν προσελκύονται ούτε από ομάδες κρούσεως ούτε από προπαγάνδα μίσους, πράγματα που απλώς επιβεβαιώνουν την αρνητική εντύπωση του Εθνικοσοσιαλισμού. Ούτε επίσης βοηθά το να τους μιλήσουμε για τη σημασία της Φυλής, επειδή δεν έχουν ακόμα προχωρήσει τόσο πολύ στη σκέψη ώστε να βλέπουν τη σημασία του φυλετικού ζητήματος. Πρέπει να προσεγγιστούν όπου βρίσκονται τώρα και με θέματα που τους αφορούν άμεσα. Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητο να φτιάξουμε καλό υλικό πάνω στα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως αυτά αντιμετωπίζονται από την Εθνικοσοσιαλιστική σκοπιά και να πάμε στις ομάδες όπου συγκεντρώνονται αυτοί οι άνθρωποι για να διαμαρτυρηθούν εναντίον της πυρηνικής ενέργειας, της μόλυνσης και του πυρηνικού πολέμου. Δεν θα πρέπει να περιμένουμε από τους περιβαλλοντιστές να έρθουν μόνοι τους σε μας, γιατί δεν έχουν κανένα τρόπο να μάθουν τι ακριβώς είναι ο Εθνικοσοσιαλισμός, αν μάλιστα αποτύχουμε να έρθουμε σε επαφή μαζί τους, θα τους χάσουμε από τους Μαρξιστές, στα χέρια των οποίων δε πρόκειται ποτέ να κατανοήσουν όλες τις συνέπειες των ιδεών τους.
Αυτοί οι νέοι αμφισβητίες είναι εχθρικοί απέναντί μας – απλά εξαιτίας δεκαετιών εχθρικής προπαγάνδας η οποία όχι μόνο αποξένωσε ικανούς και ευφυείς ανθρώπους από κάθε είδους κίνημα που πρεσβεύει ανοιχτά τον Εθνικοσοσιαλισμό, αλλά πέτυχε και να προσελκύσει στο κίνημά μας ένα μεγάλο αριθμό ατόμων που ταιριάζουν στην προπαγανδιστική εικόνα της για τον Εθνικοσοσιαλισμό και που ήρθαν γιατί απλούστατα θέλουν να ανταποκριθούν στην εικόνα αυτή. Θέλουν να είναι τα δολοφονικά, αιμοβόρα τέρατα που περιγράφονται σε αμέτρητες παραγωγές του Χόλυγουντ και στις περιγραφές του Κίτρινου Τύπου για τους κακούς «Ναζί».
Για πάρα πολύ καιρό έχουμε δεχθεί τέτοιους ψυχοπαθείς στις γραμμές μας και για πάρα πολύ καιρό αποτυγχάνουμε να αποσυνδεθούμε από άλλες τέτοιες οργανώσεις που κάνουν το ίδιο. Το ότι μερικοί αυτοαποκαλούνται Εθνικοσοσιαλιστές και επιδεικνύουν τη Σβάστικα, δεν τους κάνει Συντρόφους μας! Πολλές οργανώσεις δεν μπορούν ακόμα να το καταλάβουν αυτό και όσο δεν το καταλαβαίνουν είναι καταδικασμένες - και, δυστυχώς, το ίδιο ισχύει και για μας, αν δεν εκμεταλλευόμαστε κάθε ευκαιρία να τους αποκηρύξουμε δημόσια. Πολύ συχνά λέγεται ότι δεν πρέπει να «βγάζουμε τα άπλυτά μας στη φόρα» μπροστά στους εχθρούς μας και ότι όλες οι «εσωτερικές διαμάχες» πρέπει να περιορίζονται στους τέσσερις τοίχους μας. Αλλά αυτά δεν είναι τα δικά μας τα άπλυτα, και βέβαια δεν πρόκειται για εσωτερική διαμάχη - είναι μια απαραίτητη εκκαθαριστική επιχείρηση, και πρέπει να γίνει δημόσια.
Οι χειρότεροι εχθροί μας, δεν είναι οι Εβραίοι ή οι Κομμουνιστές, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι που ενώ αυτοαποκαλούνται Εθνικοσοσιαλιστές, ανατρέπουν με τη συμπεριφορά τους τις θεμελιώδεις αρχές της Εθνικοσοσιαλιστικής φιλοσοφίας, επιβεβαιώνοντας έτσι την παραμορφωμένη εντύπωση της Ιδέας μας που έχει αποτυπωθεί στο κοινό από τις δραστηριότητες του εχθρού μας. Δεν μπορούμε να αισθανόμαστε εμπιστοσύνη ή φιλία γι αυτούς τους ανθρώπους. Αντίθετα, πρέπει να απαλλάξουμε τους εαυτούς μας από κάθε διασύνδεση με αυτούς και να κάνουμε τα πάντα για να δείξουμε στον κόσμο ότι αυτοί δεν ανήκουν σε μας. Πάνω απ όλα, πρέπει να υποβληθούμε σε κάθε θυσία, για να κάνουμε ακριβώς αυτά τα πράγματα που δεν αναμένονται από μας. Ο κόσμος περιμένει ότι θα υποστηρίξουμε κάθε δεξιό που επισείει τη Σβάστικα -και σίγουρα δε μας περιμένει πουθενά κοντά στην Αριστερά, επειδή τους έχουν πει ξανά και ξανά πως είμαστε δεξιοί. Συνεπώς, πρέπει να τους δείξουμε ότι τους πληροφόρησαν άσχημα. Η έκπληξη που θα προκληθεί θα κάνει μερικούς ν ακούσουν τουλάχιστον τι έχουμε να πούμε. Ακόμα, μερικοί άνθρωποι θα ξανασκεφτούν αυτά που τους έλεγαν για τον Εθνικοσοσιαλισμό όταν αντιληφθούν ότι τους έλεγαν άλλη μια φορά ψέματα γι αυτόν.
Σε σχέση με τα παραπάνω, θα έπρεπε να επισημανθεί ότι δεν είμαστε ένας ιστορικός σύλλογος. Πολλοί Εθνικοσοσιαλιστές φαίνεται να πιστεύουν ότι πρόκειται να ξαναφτιάξουμε την Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία και να τη μεταφυτεύσουμε σε άλλα σημεία του κόσμου. Έτσι θα ήθελε να μας κάνει ο εχθρός μας να φαινόμαστε, αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι!
Όταν ο Χίτλερ ξεκίνησε την ιστορική του αποστολή να αναδιοργανώσει την Γερμανία, πριν από 60 περίπου χρόνια, όλο το Γερμανικό έθνος είχε γονατίσει οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτικά. Μετά την ήττα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία δεν έχασε μόνο τις αποικίες της, αλλά και ένα τεράστιο μέρος του Ευρωπαϊκού εδάφους της κατοικημένο από εκατομμύρια Γερμανούς, που βρέθηκαν αποκομμένοι από την πατρίδα τους, ζώντας μια άθλια ζωή σαν μειονότητες μέσα σε ξένες χώρες, που το μόνο που ζητούσαν ήταν να τους αφανίσουν. Η υπόλοιπη Γερμανία αποστρατιωτικοποιήθηκε τελείως και το βάρος των εξοργιστικών απαιτήσεων για πολεμικές επανορθώσεις στους κατακτητές προκάλεσε τον πιο φοβερό πληθωρισμό στην παγκόσμια ιστορία και απέκλεισε κάθε δυνατότητα οικονομικής ανάκαμψης. Μέσα σ’ αυτήν την κατάσταση, μια μικρή μειοψηφία Εβραίων μετοίκων από την Ανατολή πήρε σιγά σιγά τον έλεγχο της διαλυμένης οικονομίας, όπως και ολόκληρης της πολιτιστικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Συγκρινόμενη με αυτή την κατάσταση, κάθε κουβέντα για σημερινή οικονομική κρίση είναι γελοία. Υλικά, κάθε χώρα της Δύσης και οι περισσότερες Κομμουνιστικές χώρες είναι σε πολύ καλύτερη θέση απ’ ότι η Γερμανία της δεκαετίας του ’20. Σήμερα είναι ζήτημα πώλησης του αυτοκινήτου ή ίσως μετακόμισης σ’ ένα φθηνότερο διαμέρισμα. Στη Γερμανία ήταν ζήτημα επιβίωσης.
Ηθικά, όμως, έχουμε μπροστά μας μια πολύ σοβαρότερη απειλή απ’ ότι ο Χίτλερ. Η Γερμανία του ήταν ακόμα μια πολύ ομογενής χώρα, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι μοιραζόντουσαν ένα σύνολο κοινών αξιών και κανόνων και μια κοινή πίστη στην πολιτιστική παράδοση του έθνους. Ήθελαν να ξαναποκτήσουν την πρώτη τους δύναμη. Ήθελαν να είναι δυνατοί και σεβαστοί από τα άλλα έθνη. Ο Χίτλερ δεν χρειάστηκε να τους πει να αγαπούν το λαό τους και τη φυλή τους. Μπορούσε να είναι σίγουρος ότι την αγαπούσαν. Οι αξίες και οι κανόνες τους δεν ήταν όλες απαραίτητα σύμφωνες με την Εθνικοσοσιαλιστική φιλοσοφία, αλλά αποτελούσαν μια γερή βάση, πάνω στην οποία ένα Εθνικοσοσιαλιστικό κράτος μπορούσε να χτιστεί χωρίς πολλές δυσκολίες. Και έτσι, ο Χίτλερ μπόρεσε να συγκεντρώσει την πολιτική του προπαγάνδα πάνω σε πιο άμεσα αντικείμενα.
Ζούσε σε βαθιά επαναστατικούς καιρούς, όπου το αίτημα για δουλειά και για τροφή ήταν πρωταρχικής σημασίας και ήξερε ότι ένα πολιτικό πρόγραμμα που θα εξασφάλιζε αυτά τα πράγματα θα του έδινε την υποστήριξη των ψηφοφόρων και έτσι θα τον έκανε ικανό να κερδίσει ισχύ, ώστε να μπορέσει να προσπαθήσει να υλοποιήσει το πολιτικό του όραμα, που – εννοείται – προχωρούσε πολύ παραπέρα από την άμεση ανάγκη για υλικά αγαθά.
Πάντως, όπως όλοι ξέρουμε, ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν ήταν η μόνη επαναστατική δύναμη στη Γερμανία της εποχής. Οι Κομμουνιστές είχαν ακριβώς τα ίδια πλεονεκτήματα με τον Χίτλερ: ένα λιμοκτονούντα πληθυσμό διατεθειμένο να δοκιμάσει σχεδόν οτιδήποτε για να επιζήσει. Ακόμα πλεονεκτούσαν απέναντι στον Χίτλερ στο ότι είχαν το παράδειγμα της επιτυχημένης επανάστασης στη Ρωσσία. Ο Χίτλερ δεν είχε τίποτα στο οποίο θα μπορούσε να συσχετίσει τον αγώνα του. Και είναι αξιοσημείωτο ότι δεν συνέδεε το κίνημά του με καμμιά από τις ισχυρές δεξιές ιδεολογίες του παρελθόντος, όπως τη μοναρχία ή τις εκκλησίες. Η προσέγγισή του ήταν τελείως αριστερή και εξίσου αντιτιθέμενη τόσο στο Κατεστημένο, όσο και στο Κομμουνιστικό κόμμα. Όταν, τελικά, νίκησε τους Κομμουνιστές, δεν το κατόρθωσε εξοντώνοντάς τους, αλλά αποστερώντας τους από την υποστήριξή τους, απασχολούμενος με τα ίδια θέματα και υποδεικνύοντας καλύτερες λύσεις – όλες τους έπειθαν τον Γερμανό εργάτη ότι αυτός θα γινόταν καλύτερος και αξιότερος ηγέτης από τον Τέλμαν, που ήταν επικεφαλής του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Μιλούσε στους ανθρώπους για ό,τι τους αφορούσε, με το λεξιλόγιο της εποχής του και υιοθέτησε ένα στρατιωτικό στυλ, που ήταν δημοφιλές σε μια χώρα γεμάτη από ηρωικούς στρατιώτες, οι οποίοι είχαν κάθε λόγο να αισθάνονται προδωμένοι από την κυβέρνηση και που ακόμα ήταν χρήσιμο σε μια κατάσταση όπου έπρεπε να συμπλακείς με τις πολυάριθμες κομμουνιστικές συμμορίες δολοφόνων, οι οποίες χρησιμοποιούσαν ίδιο στυλ και λεξιλόγιο μ’ εκείνο του Χίτλερ.
Το να προσπαθήσει κανείς να μιμηθεί το στυλ του Χίτλερ σήμερα, θα ήταν πολιτική αυτοκτονία. Και είναι γεγονός ότι αυτή η μίμηση ήταν το τέλος κάθε ομάδας που την προσπάθησε μέχρι σήμερα. Ούτε μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει προπαγανδιστικό υλικό του Χίτλερ. Το να το μεταφράσει, να το ανατυπώσει ή να το μιμηθεί, μέσα σε ένα τόσο διαφορετικό πλαίσιο, για οτιδήποτε άλλο εκτός από υλικό ιστορικής μελέτης, θα ήταν γελοίο. Ο Χίτλερ φρόντιζε για τις Γερμανικές μάζες της δεκαετίας του ’30. Ξέχωρα από κάθε τι άλλο, πρέπει να καταλάβουμε και να αποδεχθούμε ότι δεν υπάρχει τρόπος να κερδίσουμε τις μάζες με τις σημερινές συνθήκες. Σήμερα, ζητούμε ένα μικρό αριθμό ιδεαλιστών. Για να τους βρούμε πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στα προβλήματα που απασχολούν ακριβώς το είδος των ανθρώπων που ψάχνουμε: ρύπανση, πυρηνική απειλή, η πληγή του πολυεθνικού Καπιταλισμού, κ.τ.λ.. Τα περισσότερα από τα προβλήματα αυτά ήταν άγνωστα στους συγχρόνους του Χίτλερ – αλλά αυτό δεν είναι λόγος για να μην ασχοληθούμε με αυτά! Ο κόσμος μας έχει γίνει πολύ πιο πολύπλοκος απ’ ότι ήταν 50 χρόνια πριν και κάθε πολιτικό κίνημα που αποτυγχάνει να λάβει υπ’ όψη του αυτό το γεγονός ξεπέφτει στο επίπεδο ενός αναχρονιστικού απολιθώματος.
Πρέπει να παραδεχτούμε ότι έχουμε γενικά την τάση να μιλάμε και να γράφουμε πάρα πολύ για την Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία. Παρ’ όλο που μπορούμε να δείξουμε όλα τα καλά που έκανε ο Χίτλερ για τη Γερμανία, οι άνθρωποι τους οποία ζητάμε σήμερα δεν ενδιαφέρονται και πολύ για το τι συνέβη πριν 50 χρόνια. Ενδιαφέρονται για την δική τους εποχή – και για το μέλλον.
Βέβαια, όταν γαντζωνόμαστε τόσο πολύ στο παρελθόν, ένας από τους λόγους είναι ότι η Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία είναι το μόνο παράδειγμα εφαρμοσμένου Εθνικοσοσιαλισμού που έχει δει ο κόσμος και ότι αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα των 12 χρόνων αντιπροσωπεύει τη μόνη δόξα και επιτυχία που είχε ποτέ το Κίνημά μας. Αυτό δεν είναι κατακριτέο. Το χρειαζόμαστε σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς των ταπεινώσεων και των διωγμών. Το χρειαζόμαστε για να δείξουμε στους εαυτούς μας ότι κάποτε ο Εθνικοσοσιαλισμός ήταν νικηφόρος – παρ’ όλες τις αντιξοότητες.
Αλλά, είναι πάρα πολύ επικίνδυνο ο σεβασμός και ο θαυμασμός για το παρελθόν, αντί να είναι μια παραγωγική έμπνευση, να μετατρέπονται σε νοσταλγική προσκόλληση σε μια περασμένη εποχή, ή σε τυφλή αγάπη για τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του NSDAP, για τις στολές, τους βαθμούς, τα κουρέματα, τα σύμβολα και ακόμα για το στυλ της ομιλίας της δεκαετίας του ’30. Δεν έχει σημασία η εξωτερική εμφάνιση, αλλά η εσωτερική ιδέα και αυτή είναι που πρέπει να συνεχίσουμε. Όπως και ο Χίτλερ, πρέπει να αποφύγουμε να παγιδευτούμε από την ιστορία. Με άλλα λόγια, πρέπει να δείξουμε πώς ο Εθνικοσοσιαλισμός μπορεί να λύσει το πρόβλημα της ανεργίας σήμερα – και όχι πώς το έλυσε ο Χίτλερ στα 1933.
Η ιδέα πίσω από τον Εθνικοσοσιαλισμό υπερβαίνει και τον Χίτλερ και τον ίδιο τον Εθνικοσοσιαλισμό. Ο Χίτλερ την εφάρμοσε σε παλαιότερο χρόνο και τόπο, εμείς πρέπει να την εφαρμόσουμε στον δικό μας. Η ιδέα αυτή είναι άχρονη, γιατί αντιπροσωπεύει την ίδια την αρχή βάσει της οποίας η Φύση ζει και δημιουργεί. Υπάρχει από την αρχή του χρόνου και θα υπάρχει για πάντα, όσο υπάρχει το σύμπαν, αδιάφορο αν η Αρία φυλή – ή το ανθρώπινο είδος – υπάρχει ή όχι. Ο άνθρωπος έχει εγκαταλείψει αυτή την αρχή και αποστολή μας είναι να του δείξουμε ότι δεν μπορεί να το κάνει αυτό ατιμώρητα και ότι όλα του τα σημερινά προβλήματα προκαλούνται από την παράλογη πίστη ότι ο άνθρωπος στέκεται πάνω από την Φύση. Κάνοντάς το αυτό, θα πρέπει να είμαστε τόσο λίγο συνδεδεμένοι με την Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία, όσοι οι άλλοι αριστεροί είναι συνδεδεμένοι με τη Σοβιετική Ένωση.
Θα πρέπει επίσης να μάθουμε πολλά από τον τρόπο οργανώσεως των άλλων αριστερών ομάδων. Είναι συνηθισμένο να ισχυριζόμαστε ότι οι μαρξιστικές οργανώσεις αποτελούνται από ανθρώπινα σκουπίδια. Αυτό βέβαια μπορεί να είναι αλήθεια για τους οπαδούς ορισμένων ομάδων, αλλά ο σκληρός πυρήνας των σοβαρών μαρξιστικών οργανώσεων οργανώνεται σε σχήματα που είναι σίγουρο ότι εξασφαλίζουν ποιότητα και αφοσίωση. Τα μέλη πολύ συχνά υποχρεούνται σε συνδρομή και απαιτείται από αυτούς να αφιερώνουν ένα ορισμένο αριθμό βραδιών κάθε βδομάδα στην ιδεολογική εκπαίδευση και σε πρακτικές δραστηριότητες. Οι συνολικές απαιτήσεις από έναν μαρξιστή υπερβαίνουν κατά πολύ οτιδήποτε έχουμε ποτέ τολμήσει να περιμένουμε από τα δικά μας μέλη. Αυτό λέει κάτι για την ποιότητα και ακόμα εξηγεί γιατί οι μαρξιστές τα πάνε τόσο πολύ καλύτερα από εμάς – παρά το γεγονός ότι αυτά που κηρύσσουν είναι βλακείες πρώτου μεγέθους.
Αλλά, ανάμεσα στους Εθνικοσοσιαλιστές επικρατεί η γνώμη ότι το να υιοθετηθούν μέθοδοι που θεωρούνται μαρξιστικές φέρνει μαζί του και το φόβο της, κατά κάποιον τρόπο, «μόλυνσής» μας από τον μαρξισμό. Ισχυρίζονται ότι θα βγάλουμε κακό όνομα, τόσο στους φίλους όσο και στους εχθρούς. Τώρα βέβαια, ήδη έχουμε κακό όνομα – για να λέμε την αλήθεια, δεν μπορεί να γίνει χειρότερο απ’ ότι είναι. Αλλά, αφού δεν ενδιαφερόμαστε να κερδίσουμε παραδοσιακούς συντηρητικούς, τι μας πειράζει αυτό; Αν αυτοί δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τον Κομμουνισμό από τον Εθνικοσοσιαλισμό, είναι δικό τους πρόβλημα, όχι δικό μας! Στην περίπτωση αυτή δείχνουν μια έλλειψη ευφυΐας, που τους κάνει άχρηστους για εμάς. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στους εχθρούς μας να αποφασίζουν ποια είναι η Εθνικοσοσιαλιστική άποψη και ποια όχι, και σίγουρα δεν μπορούμε να αφήσουμε όλους τους «καλούς σκοπούς» στους μαρξιστές, μόνο και μόνο για να ευχαριστήσουμε ανθρώπους που έχουν έτσι κι αλλιώς αποδειχθεί τελείως άχρηστοι σε εμάς. Αυτό το κάνουμε ήδη εδώ και πολύ καιρό – και αυτός είναι ένας άλλος λόγος που οι μαρξιστές είχαν τόση επιτυχία και μπόρεσαν να κυριαρχήσουν σε τεράστια τμήματα της πολιτικής και διανοητικής μας ζωής, ενώ οι Εθνικοσοσιαλιστές αισθάνονται υποχρεωμένοι να λένε «ναι» στο ΝΑΤΟ, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, στην ατομική βόμβα, στον Καπιταλισμό, στην απεριόριστη «ελεύθερη επιχείρηση» κ.τ.λ.. Καιρός είναι να αλλάξει αυτό! Ας μη συνεχίζουμε να κάνουμε αυτό που ο κόσμος περιμένει από εμάς. Ας κάνουμε αυτά που ο Εθνικοσοσιαλισμός μας διδάσκει να κάνουμε – όχι ό,τι ο κόσμος νομίζει ότι μας διδάσκει.
Σχετικά με τα παραπάνω, η λυπηρή αλήθεια είναι ότι πολλοί Εθνικοσοσιαλιστές στην σκέψη τους έχουν πέσει θύματα της χειρότερης μορφής δεξιάς αντικομμουνιστικής προπαγάνδας. Το πιο σίγουρο είναι ότι η σοβαρότερη απειλή εναντίον του Ανθρώπου δεν προέρχεται από τη Μόσχα, το Πεκίνο ή την Αβάνα. Με κανένα τρόπο δεν μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τους Κομμουνιστές για την αξιοθρήνητη κατάσταση του σημερινού κόσμου – για τα ναρκωτικά, το έγκλημα, την πορνογραφία, τους πυρηνικούς εξοπλισμούς, την φυλετική συγχώνευση, τη ρύπανση, κ.τ.λ.. Αυτό που πρέπει να κατηγορούμε είναι το σημερινό κυβερνητικό σύστημα – όχι τους Κομμουνιστές, ούτε τους Εβραίους! Πρέπει να κατανοήσουμε ότι αυτές οι πληγές έχουν δημιουργηθεί από τους δικούς μας διεφθαρμένους και ανήθικους πολιτικούς και χρηματιστές και ότι εμείς, οι Άριοι λαοί της υφηλίου, αφήσαμε από μόνοι μας τα πράγματα να έρθουν τόσο άσχημα. Δεν είναι μια ξένη κυβέρνηση, αλλά αυτό το σημερινό σύστημα η απειλή για την ύπαρξη του πλανήτη και χωρίς αυτό το σύστημα δεν θα υπήρχε σήμερα ούτε Σοβιετική Ένωση, ούτε κανένα άλλο Κομμουνιστικό κράτος. Ο Κομμουνισμός θα είχε αφανιστεί κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν η Δύση δεν είχε δώσει στη Σοβιετική Ένωση τα αναγκαία όπλα και την απαραίτητη τεχνολογία. Ακόμα και σήμερα, όλα τα Κομμουνιστικά κράτη θα διαλύονταν αμέσως, αν δεν υποστηρίζονταν συνέχεια από Δυτικές κυβερνήσεις και από τραπεζίτες, που κερδίζουν περιουσίες από το εμπόριο με αυτές τις χώρες – και με το δανεισμό χρημάτων σε αυτές. Οι Κομμουνιστές σίγουρα το ξέρουν αυτό και έχουν πολλές ασχολίες, με το να κρατούν την Ανατολική Ευρώπη στη γραμμή τους και να εξασφαλίζουν το Κομμουνιστικό καθεστώς στο Αφγανιστάν, για να αποτελέσουν σοβαρό κίνδυνο για τη Δύση. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι ίδιες πολυεθνικές επιχειρήσεις, που αποκομίζουν τεράστια κέρδη από το εμπόριο με το κομμουνιστικό μπλοκ, θησαυρίζουν και με την παραγωγή όπλων, τα οποία οι πολιτικοί μας προσπαθούν να μας πείσουν ότι είναι αναγκαία για να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας από τους Κομμουνιστές – σαν να μπορούσες να υπερασπίσεις οτιδήποτε καταστρέφοντας κάθε ζωή σε έναν πυρηνικό πόλεμο. Αυτό είναι βέβαια τελείως γελοίο – αλλά είναι, παρ’ όλα αυτά, το πολιτικό και οικονομικό σύστημα που υπερασπίζεται με τόσο πάθος η δεξιά.
Ας μην υπάρχει καμμιά αμφιβολία: ο Κομμουνισμός θα ήταν βέβαια ένα πολύ δυσάρεστο πράγμα, αλλά δεν θα σήμαινε και το τέλος του κόσμου. Η χριστιανική φιλελεύθερη δημοκρατία όμως θα σήμαινε αυτό το τέλος! Υπάρχει πολύ περισσότερη φυλετική καθαρότητα στην Ανατολική Ευρώπη απ’ οπουδήποτε στη Δύση – απλά επειδή το όχι αποτελεσματικό οικονομικό σύστημα δεν προσελκύει τη μετανάστευση από τον Τρίτο Κόσμο ακόμα, η φυλετική συνείδηση των Ρώσσων, που είναι το κυρίαρχο έθνος στην Σοβιετική Ένωση, υπόσχεται μια οπωσδήποτε καλύτερα προσιτή επιβίωση της Αρίας Φυλής, απ’ ότι τα οράματα των φιλελευθέρων και συντηρητικών Αμερικανών πολιτικών. Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι ο Κομμουνισμός δεν υποστηρίζει στην θεωρία ρατσιστικές αρχές – αλλά στον Κομμουνισμό θεωρία και πράξη είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα. Αναμφίβολα, ο υλισμός που προσφέρεται από τη Δύση είναι πιο ελκυστικός βραχυπρόθεσμα, αλλά αυτή η ευχάριστη ζωή είναι πολύ πιθανό να δώσει τη θέση της σε ένα κατακλυσμό, που θα μπορούσε πολύ εύκολα να αφανίσει κάθε ζωή στη γη. Όμως, με ένα γερό πολιτικό σύστημα στη Δύση, τα Κομμουνιστικά κράτη δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν. Απλούστατα, δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν από μόνα τους και οι πεινασμένοι πληθυσμοί τους θα εξεγείρονταν. Το ίδιο πράγμα θα συνέβαινε και αν οι Κομμουνιστές καταλάμβαναν τη Δύση – το καθεστώς τους δεν θα κρατούσε για πολύ.
Σ’ αυτό το σημείο, μπορεί κάποιος να επιχειρήσει να ρωτήσει αν θα έπρεπε να σταματήσουμε κάθε συζήτηση γύρω από τον Εθνικοσοσιαλισμό και τη Σβάστικα και να μεταμφιεστούμε σε «πραγματικούς» αριστερούς, με μια νέα ιδέα, που θα μπορούσε εύκολα να πουληθεί στον κόσμο κάτω από ένα διαφορετικό όνομα. Αυτό βέβαια δεν είναι δυνατό. Το να επιχειρήσουμε μια τέτοια προσέγγιση σημαίνει ότι υποτιμούμε τους εχθρούς μας. Δεν τους νοιάζει και τόσο πολύ το όνομα ή το σύμβολο. Αυτό που τους νοιάζει είναι η Ιδέα και αυτή δεν θα μπορούσαμε να την παραποιήσουμε τόσο ώστε να γίνει αγνώριστη. Ο εχθρός μας θα αντιστρατεύεται πάντοτε οτιδήποτε είναι καλό για το λαό μας, και θα ισχυριζόταν - και με το δίκιο του – ότι δεν είμαστε παρά «Ναζί». Τότε θα έπρεπε να αφιερώσουμε πάρα πολλή προσπάθεια για να «αποδείξουμε» ότι δεν είμαστε, Αυτό θα ήταν γελοίο. Πολλές οργανώσεις το προσπάθησαν, καμμιά δεν πέτυχε ποτέ.
Υπάρχει μόνον ο δύσκολος δρόμος: να αποδείξουμε ότι ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι αυτό που πιστεύει ο κόσμος και ότι είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουμε τη συνέχιση της ζωής σ’ αυτόν τον πλανήτη. Ξέρουμε ότι είμαστε σε αδύνατη θέση, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, θα έπρεπε να είμαστε μάλλον ευχαριστημένοι, που δεν έχουμε την ανησυχία του να καταλάβουμε την εξουσία αμέσως τώρα. Απλούστατα, δεν θα μπορούσαμε να την χειριστούμε, Αυτό είναι ένα από τα δυσάρεστα γεγονότα, το οποίο πολλοί Εθνικοσοσιαλιστές – και άνθρωποι που αυτοαποκαλούνται Εθνικοσοσιαλιστές – φαίνεται να παραβλέπουν εντελώς. Θα ήταν ελάχιστα χρήσιμο για εμάς να κερδίσουμε τις μάζες αύριο το πρωί, όταν δεν θα έχουμε τον απαραίτητο αριθμό Εθνικοσοσιαλιστών ειδικών για να κάνουμε ένα Εθνικοσοσιαλιστικό κράτος να λειτουργήσει. Χρειαζόμαστε οικονομολόγους, δικαστικούς, διοικητικούς υπαλλήλους, βιολόγους, κ.τ.λ. που να είναι επίσης Εθνικοσοσιαλιστές. Η εξουσία δεν θα πρέπει να γίνεται αυτοσκοπός. Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια Νέα Τάξη, επειδή θέλουμε έναν καλύτερο κόσμο, αλλά ένας καλύτερος κόσμος δεν μπορεί να δημιουργηθεί από το πουθενά. Χρειάζονται πολλοί αφοσιωμένοι άνθρωποι, με βαθιά μόρφωση για να αναλάβουν ένα τέτοιο έργο. Και αυτή τη στιγμή είναι σημαντικότερο να κερδίσουμε έναν αριθμό από αυτούς τους ανθρώπους, παρά να διεξάγουμε μία εκ των προτέρων χαμένη μάχη στους δρόμους για να εντυπωσιάσουμε μερικά συμπλεγματικά άτομα.
Και πάλι, η Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία μας δίνει ένα πολύ διδακτικό παράδειγμα. Ένας από τους λόγους για τους οποίους το πείραμα της κατασκευής από την αρχή μίας Εθνικοσοσιαλιστικής τάξης δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί και το καινούριο κράτος δεν μπορούσε να αντέξει στην πίεση από τον εξωτερικό κόσμο, ήταν ότι ο Αδόλφος Χίτλερ ήταν υποχρεωμένος να βασίζεται σε ένα μεγάλο αριθμό ειδικών που απεχθάνονταν τον Εθνικοσοσιαλισμό. Απλά, δεν είχε το χρόνο να εκπαιδεύσει και να επιμορφώσει αρκετούς Εθνικοσοσιαλιστές, επειδή έπρεπε να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του στο να κερδίσει τον λαό, πριν πάρουν οι Κομμουνιστές την εξουσία. Πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι που δεν έχουμε τέτοιο πρόβλημα. Έτσι κι αλλιώς, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να κερδίσουμε μια επαναστατική νίκη, γι’ αυτό ας συγκεντρώσουμε τις προσπάθειές μας στο να φτιάξουμε γερά θεμέλια για ένα μελλοντικό μαζικό κίνημα.
Πάντως, ας είμαστε ρεαλιστές. Θα μπορούσε ακόμα κι αυτό να αποβεί μια χαμένη μάχη, Κανείς δεν μας εγγυάται ότι πρόκειται ποτέ να νικήσουμε. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν έχουμε τίποτα άλλο από μία αόριστη ελπίδα για να υποστηρίξει την πεποίθησή μας ότι θα νικήσουμε. Όμως, η ίδια η Φύση ίσως αφανίσει το ανθρώπινο είδος από το πρόσωπο της γης, επειδή παραμέλησε τους νόμους του σύμπαντος. Αυτό μπορεί να επιφυλάσσει το μέλλον για εμάς. Εμείς όμως, οι Εθνικοσοσιαλιστές, έχουμε αποφασίσει να μην δεχθούμε μια τέτοια εξέλιξη χωρίς αγώνα – ακόμα κι αν αυτός είναι άνισος στο έπακρο! Αλλά δεν επιθυμούμε να γίνουμε μάρτυρες μιας χαμένης υπόθεσης – κι αυτό ακριβώς θα γίνουμε αν παραμείνουμε προσκολλημένοι στους παλιούς τρόπους. Σαν Κίνημα, ήμασταν αξιοσημείωτα αποτυχημένοι ως τώρα. Είναι καιρός να αφυπνισθούμε και να αναγνωρίσουμε την αληθινή σημασία των ιδεών μας. Ένα πρώτο βήμα είναι να γίνουμε επαγγελματίες επαναστάτες. Πρέπει να αφήσουμε πίσω μας την δεξιά μας συμπεριφορά και να αντιληφθούμε ότι είμαστε αριστεροί. Ακόμα, θα πρέπει να σταματήσουμε να κατηγορούμε τους άλλους για την κακή κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Εμείς ήμασταν οι χειρότεροι εχθροί μας, από κάθε άποψη, και δεν χρειαζόμαστε αποδιοπομπαίους τράγους! Κάθε αλλαγή που επιθυμούμε πρέπει να αρχίσει σαν βασική αλλαγή στην συμπεριφορά των δικών μας ανθρώπων. Αυτός είναι ένας πολύ δύσκολος στόχος – αλλά η σκέψη του τι μπορεί να συμβεί, αν δεν επικρατήσουμε, μας κάνει διατεθειμένους να προσπαθήσουμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου